Η Ιστορία, οι εποχές και οι μαθητές


Η κριτική και οι επικρίσεις που διατυπώνονται τους τελευταίους μήνες για το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού φέρνει στο προσκήνιο για μια ακόμη φορά την αδυναμία του κράτους να χαράξει σταθερούς άξονες προσανατολισμού στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Η κριτική κατά σχολικών βιβλίων την τελευταία 25ετία είναι σύνηθες και επαναλαμβανόμενο φαινόμενο. Μια παρόμοια κριτική δέχτηκε το βιβλίο του Λ. Σταυριανού «Ιστορία του ανθρωπίνου γένους» της Α΄ Λυκείου και αποσύρθηκε, όπως αποσύρθηκε και το βιβλίο «Εισαγωγή στις Ιστορικές Σπουδές» της Γ΄ Λυκείου μετά από λίγα χρόνια διδασκαλίας του. Αιτιάσεις δέχτηκε και το βιβλίο του Β. Κρεμμυδά της Γ΄ Γυμνασίου και η «Ιστορία νεότερη και σύγχρονη» της Γ΄ Λυκείου των Β. Σκουλάτου – Ν. Δημακοπούλου – Σ. Κόνδη.
Αυτά τα βιβλία κατηγορήθηκαν για αθεϊσμό, για μαρξιστική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων, για μεροληψία προσώπων που διαδραμάτισαν ιστορικό ρόλο την τελευταία 50ετία και για υπερτονισμό κάποιων ιστορικών περιόδων σε βάρος άλλων περιόδων, που αναφέρονταν μόνον ακροθιγώς και χωρίς να δοθεί σ’ αυτές η σημασία που θα τις άξιζε.
Η αντίδραση όμως σ’ αυτά τα βιβλία ήταν μικρή και αναπτύσσονταν σε έναν στενό κύκλο επαϊόντων και κατεχόντων το αντικείμενο. Κύκλοι, που ενοχλούνταν από μια αφήγηση και ερμηνεία διαφορετική σε σχέση με τη δική τους, δημιουργούσαν θόρυβο γύρω από αυτά τα βιβλία και χωρίς να έχουν μεγάλη απήχηση στο λαό κατάφερναν πείθοντας μόνον το Υπουργείο Παιδείας να επεμβαίνει και να δίνει λύσεις.
Η αντίδραση για το βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση, γιατί απλώθηκε σ’ όλα τα στρώματα της κοινωνίας μας. Το βιβλίο αναφερόμενο σε γεγονότα απλά και γνωστά σ’ όλους, από τα μαθητικά χρόνια στο Δημοτικό, είναι εύκολα ελέγξιμα και υποκείμενα σε κριτική. Ο καθένας, που έμαθε στο Δημοτικό για την Αγία Λαύρα, για το Κρυφό Σχολείο και τη συμβολή της Εκκλησίας στη διατήρηση του Γένους μας και στο Γυμνάσιο έμαθε για την καταστροφή της Σμύρνης, μπορεί να έχει άποψη γι’ αυτά τα θέματα.
Η αντίδραση ψυχολογικά μπορεί να είναι δικαιολογημένη, γιατί το βιβλίο κλονίζει εκείνη τη σταθερότητα με την οποία μεγάλωσε ο πατέρας και η μητέρα του μικρού μαθητή. Επομένως η συζήτηση πρέπει να μετατεθεί στο κατά πόσο ένα σοβαρό κράτος πρέπει να ικανοποιεί τη θέληση των πολιτών αδιαφορώντας για την αλήθεια και διαμορφώνοντας στρεβλή συνείδηση πραγμάτων και γεγονότων.
Η αντίδραση όμως είναι κυρίως καθολική, γιατί το βιβλίο εξυπηρετεί ένα στόχο, που η ελληνική κοινωνία τον αντιλαμβάνεται ως κίνδυνο σοβαρό για την ύπαρξή της.
Εκείνα που ενόχλησαν περισσότερο ήταν η απομυθοποίηση των θρύλων της Αγίας Λαύρας και του Κρυφού Σχολειού, που σχετίζονται με την εσωτερική μας Ιστορία. Η ορθή επισήμανση ότι η επανάσταση του `21 άρχισε στις 23 και όχι στις 25 Μαρτίου ενοχλεί μια μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού, που αλλιώς έμαθε την έναρξη της ελληνικής επαναστάσεως.
Η τοποθέτηση της συντάκτριας του βιβλίου στη Μικρασιατική καταστροφή και το Κυπριακό είναι θέματα που σχετίζονται με την εξωτερική πολιτική και την Ιστορία μας σε σχέση με συγκεκριμένη χώρα, που γνωρίζουμε βιωματικά πώς έδρασαν και δρουν οι πολίτες της έναντι του ελληνισμού.
Η συντάκτρια λέει τη μισή αλήθεια, που μπορεί σε έναν βαθμό να γίνει αποδεκτή. Το ζήτημα της Αγίας Λαύρας και του Κρυφού Σχολειού είναι θέματα που η ιστορική έρευνα τα έχει λύσει. Η κοινωνία μας όμως δεν είναι έτοιμη να δεχθεί διάλυση ιστορικών πλανών, που μέχρι χθες φάνταζαν ακλόνητες αλήθειες. Το φαινόμενο είναι διαχρονικό και το επισημαίνει και ο ίδιος ο Θουκυδίδης, όταν αναφέρεται στους Αθηναίους, που πίστευαν ότι ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτονας ήταν τυραννοκτόνοι. Πίστευαν σε μια πλάνη που συνεχίζεται ακόμη μέχρι σήμερα και για μας τους Νεοέλληνες.
Η εξωραϊσμένη αφήγηση της καταστροφής της Σμύρνης και της σφαγής του άμαχου ελληνικού πληθυσμού στους δρόμους και στην προκυμαία της πόλης, όπως επίσης και η χωρίς επαρκή αιτιολόγηση διχοτόμηση της Κύπρου δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια και η ερμηνεία είναι σκόπιμη.
Η μισή αλήθεια σε ζητήματα εσωτερικής Ιστορίας βρίσκει υποστηρικτές, όπως και η κατάφωρη ανιστόρητη ερμηνεία σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής βρίσκει δικαιολογημένα επικριτές.
Ωστόσο μας διαφεύγει ο αντικειμενικός στόχος του βιβλίου που είναι ο κλονισμός όλων των παραδοσιακών πίστεων και η αποδοχή της σύμμειξης των λαών και των εθνών. Μέσα από την απομυθοποίηση της Αγίας Λαύρας και του Κρυφού Σχολείου επιχειρείται ο κλονισμός σε ισχυρούς παραδοσιακούς θεσμούς, όπως η Εκκλησία και μέσα από την αφήγηση για τη Σμύρνη και την Κύπρο επιχειρείται η σύμμειξη με μια εθνότητα που για 600 χρόνια αποτελεί μόνιμη απειλή του ελληνικού χώρου και ευθύνεται για τη συρρίκνωση του ελληνισμού.
Απώτερος στόχος όλων αυτών είναι να προετοιμαστούν οι επόμενες γενιές για μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, χωρίς διαφορετικότητες, έτοιμες να δεχθούν μια παγκόσμια διακυβέρνηση. Αυτό αν είναι αναγκαίο, καλό ή κακό, είναι μια άλλη υπόθεση. Το θέμα βρίσκεται στο ότι αποφασίζεται ερήμην των λαών και των εθνών και αυτό είναι που ενοχλεί. Ενοχλεί ότι δρομολογούνται εξελίξεις, για τις οποίες οι λαοί δεν συμφωνούν ή δεν θέλουν να συμφωνούν. Έτσι και το βιβλίο της Ιστορίας επιχειρεί να διαμορφώσει μια αντίληψη παγκοσμιότητας, την οποία η κοινωνία μας φοβάται και δεν την αποδέχεται.
Το γεγονός ότι οι αντιδράσεις εστιάζονται για ένα τέταρτο του αιώνα σε ένα μόνο μάθημα, την Ιστορία και όχι στα Μαθηματικά ή τη Φυσική λόγου χάρη, δείχνει το πόσο δύσκολο είναι να γράψει κάποιος Ιστορία. Αυτό βέβαια είναι γνωστό στους ειδήμονες, ότι δηλαδή το πιο δύσκολο για μια κοινωνία και ο βαθμός ωριμότητάς της είναι η καταγραφή των παρωχημένων γεγονότων και η ερμηνεία τους.
Οι περισσότεροι έχουν την εντύπωση πως υπάρχει μια επίσημη Ιστορία, η κρατική Ιστορία, που θεωρείται απαραβίαστη και κάθε εκτροπή από τα γραφόμενά της είναι παραβίαση των ιερών και των οσίων της φυλής μας. Πώς μπορεί κάποιος να πείσει όλους αυτούς ότι επίσημη Ιστορία δεν υπάρχει;
Τα ιστορικά γεγονότα γράφονται και ξαναγράφονται, ερμηνεύονται και ξαναερμηνεύονται. Υπό το φως νέων ανακαλύψεων, με την βοήθεια νέων τεχνολογιών και με την συνδρομή άλλων επιστημών πολλά «γεγονότα» ανατρέπονται ή αντιμετωπίζονται υπό νέο πρίσμα.
Όποιος ισχυριστεί ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια για το τι πραγματικά έγινε στο παρελθόν χαρακτηρίζεται υπερβολικά εγωιστής και δεν προσφέρει και πολλά στην αναζήτηση της αλήθειας.
Ο Ιστορικός είναι τέκνο μιας εποχής και φορέας μιας ιδεολογίας. Έχει συγκεκριμένη αντιληπτικότητα, έχει συμπάθειες και αντιπάθειες και είναι συνδεδεμένος με συμφέροντα. Για τούτο κάθε παράγωγο της έρευνάς του πρέπει να κρίνεται, να αξιολογείται και να τοποθετείται σε μια κλίμακα αντικειμενικότητας.
Όταν σήμερα όλοι αναγνωρίζουν την αντικειμενικότητα του Θουκυδίδη τόσο στην ακρίβεια των γεγονότων, όσο και στην ερμηνεία τους, πώς θα μπορούσε ένας σύγχρονος Ιστορικός να μην λαμβάνει υπόψη του βασικά σημεία συγγραφής ενός ιστορικού έργου, κρατημένο μακριά από σκοπιμότητες, που δεν συνάδουν με την επιστήμη που υπηρετεί;
Οι εποχές όμως αλλάζουν και η κάθε εποχή έχει τη δική της ιστορία. Στην εποχή μας πολλά «ιστορικά γεγονότα» υπάρχουν, γιατί αναφέρονται από τα Μ.Μ.Ε., αποτυπώνονται στις κάμερες των εικονοληπτών και ερμηνεύονται ή εξηγούνται από τους δημοσιογράφους των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών. Κάπως έτσι διαμορφώνεται και η επίσημη Ιστορία για το ευρύ κοινό. Το γεγονός της 11ης Σεπτεμβρίου στις Η.Π.Α., για το σύνολο της ανθρωπότητας, πέρασε στην Ιστορία όπως καταγράφηκε εκείνες τις ημέρες. Αυτή είναι η επίσημη Ιστορία για την 11η Σεπτεμβρίου. Είναι μια επίθεση τρομοκρατών κατά της χριστιανικής και δημοκρατικής Δύσης. Η νέα γενιά κάπως έτσι πρέπει να γνωρίζει Ιστορία, χωρίς εμβάθυνση, χωρίς αναζήτηση αιτίων και χωρίς σύνδεση αιτίων και αποτελέσματος.
Η επίσημη Ιστορία υπάρχει, γιατί το κάθε κράτος εξυπηρετεί συμφέροντα και θέλει να διαμορφώνει συνειδήσεις πολιτών, που να είναι σύμφωνοι με αυτά τα συμφέροντα. Πέρα από αυτή την Ιστορία υπάρχει και η επιστήμη της Ιστορίας, που νοείται ως μια διαρκής έρευνα, αναπτύσσεται από ελεύθερους επιστήμονες, που αναμετρώνται μόνο με τον εαυτό τους και το χρόνο. Αυτή την Ιστορία οι μαθητές θα την ανακαλύψουν, όταν γίνουν ακαδημαϊκοί πολίτες. Θα την ανακαλύψουν μόνον, όταν την αντιληφθούν ως αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξή τους.

Κούζας Ιωάννης, Μεθόριος, 18-04-2007